1. Η
προβληματική της φαρμακοδιέγερσης έχει αναπτυχθεί σε διεθνές, ενωσιακό και
εθνικό πεδίο. Η λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της φαρμακοδιέγερσης απαντάται
κυρίως σε επίπεδο πρωταθλητισμού, όπου με τη χρήση φαρμακοδιεγερτικών ουσιών
σκοπείται η αύξηση των επιδόσεων του αθλητή. Συγχρόνως όμως, σοβαροί είναι και
οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν στα πλαίσια του ερασιτεχνικού αθλητισμού, όπου η
χρήση των εν λόγω ουσιών βαίνει αυξανόμενημ συναρτώμενη με ποικίλης φύσεως
κίνητρα, όπως λόγους αισθητικής, απόκτηση αυτοπεποίθησης, αίσθημα ευφορίας κλπ,.
Έτσι, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου[1], τα κράτη-μέλη καλούνται
να προάγουν ένα πλαίσιο ενδεδειγμένων και αποτελεσματικών μέτρων για τη
διεξαγωγή ερευνών και την επιβολή κυρώσεων κατά της παραγωγής, της διακίνησης,
της διανομής και της κατοχής φαρμακοδιεγερτικών ουσιών στον ερασιτεχνικό
αθλητισμό.
Με
παλαιότερη νομολογία του, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων[2] έχει κρίνει ότι η
καταπολέμηση της φαρμακοδιέγερσης «σκοπεί
στη διατήρηση, πρώτον, του αθλητικού πνεύματος (fair play), χωρίς το οποίο ο
αθλητισμός, είτε ασκείται ερασιτεχνικά, είτε επαγγελματικά, παύει να είναι
αθλητισμός. Αυτός ο αμιγώς κοινωνικός σκοπός δικαιολογεί από μόνος του την
καταπολέμηση της φαρμακοδιεγέρσεως. Δεύτερον, και κατά το μέτρο που τα
χρησιμοποιούμενα προϊόντα φαρμακοδιεγέρσεως δεν στερούνται αρνητικών
φυσιολογικών αποτελεσμάτων, αυτή η προσπάθεια σκοπεί στην προστασία της υγείας
των αθλητών. Έτσι, η απαγόρευση φαρμακοδιεγέρσεως, ως ιδιαίτερη έκφανση της
επιταγής του fair play, απορρέει από κανόνα».
2.Στα
πλαίσια της ενεργοποίησης των διοικητικών διαδικασιών ελέγχου της
φαρμακοδιέγερσης στην Ελλάδα διενεργήθηκαν διοικητικοί έλεγχοι σε
φαρμακαποθήκες και φαρμακεία της χώρας, με αντικείμενο τη διακίνηση αναβολικών
φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της επίδοσης των αθλητών. Τα εν
λόγω φάρμακα κατατάσσονται κατά κύριο λόγο στην κατηγορία των φαρμάκων που
χορηγούνται κατόπιν ιατρικής συνταγής, φυλασσόμενης επί διετία στο φαρμακείο
που τα διαθέτει.
Κατά
τη διενέργεια των ανωτέρω ελέγχων, τα αρμόδια όργανα του Ε.Ο.Φ. διαπίστωσαν ότι
δεκαέξι (16) φαρμακαποθήκες είχαν προμηθεύσει σημαντικές ποσότητες φαρμάκων της
εν λόγω θεραπευτικής ομάδας σε συγκεκριμένα φαρμακεία. Ακολούθως,
πραγματοποιήθηκε έλεγχος στα εν λόγω φαρμακεία, όπου και διαπιστώθηκε ότι πολλά
εξ αυτών δεν διέθεταν καθόλου απόθεμα από τις σημαντικές ποσότητες φαρμάκων που
είχαν προμηθευτεί, δεν διέθεταν όμως ούτε και τις ιατρικές συνταγές, δυνάμει
των οποίων είχαν χορηγήσει τα αναβολικά φάρμακα (και οι οποίες φυλάσσονται
υποχρεωτικά επί διετία). Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι φαρμακοποιοί
δήλωσαν ότι είχαν χορηγήσει τα εν λόγω φάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή, ότι
αγνοούσαν τον τρόπο διαθέσεως των εν λόγω φαρμάκων, και για το λόγο αυτό δεν
είχαν πρόθεση παραβιάσεως του νόμου.
Ένεκα
της διάθεσης των συγκεκριμένων φαρμάκων κατά παράβαση των σχετικών περί των
όρων της διάθεσής τους διατάξεων, επεβλήθησαν σε βάρος των φαρμακοποιών, αφενός
χρηματικά πρόστιμα, και αφετέρου η διοικητική κύρωση προσωρινού κλεισίματος του
φαρμακείου τους. Οι εν λόγω διοικητικές πράξεις προσβλήθηκαν με αίτηση
ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με σειρά αποφάσεων του ανώτατου
διοικητικού δικαστηρίου (Σ.τ.Ε. 197/2013, 199/2013, 200/2013, 213/2013 κλπ.)
κρίθηκαν, ειδικότερα, τα εξής:
3. Καθ’ ύλην αρμόδιο όργανο για την επιβολή κυρώσεων, λόγω της ανωτέρω νομίμου
αιτίας (κυρώσεις άρθρου 19 παρ.2 του ν.δ. 96/73), είναι ο Ε.Ο.Φ. Σε περίπτωση
δε, που εκδίδεται ακολούθως σχετική απόφαση του Νομάρχη περί κλεισίματος του
φαρμακείου, η τελευταία συνιστά απλώς πράξη εκτέλεσης της ποινής που έχει ήδη
επιβληθεί από τον ΕΟ.Φ, στερούμενη εκτελεστότητας, δεν προσβάλλεται, δηλαδή,
ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.
Η
χορήγηση συγκεκριμένου φαρμακευτικού προϊόντος με ιατρική συνταγή, και η
επιβολή στο φαρμακοποιό της υποχρέωσης διαφύλαξης της ιατρικής συνταγής για
ορισμένο χρονικό διάστημα ερείδεται στην εκτίμηση, από τα αρμόδια επιστημονικά
όργανα, των επιπτώσεων που επάγεται για τη δημόσια υγεία η μη ορθολογική ή μη
κανονική χρήση του εν λόγω προϊόντος, καθώς και στην εδραίωση στο καταναλωτικό
κοινό της νοοτροπίας της ορθολογικής και νόμιμης χρήσης των φαρμακευτικών
προϊόντων. Δια της υποχρέωσης διαφυλάξεως της ιατρικής συνταγής καθίσταται
δυνατός ο εκ των υστέρων έλεγχος από τα διοικητικά όργανα ελέγχου του αν
τηρήθηκαν οι όροι διαθέσεως του συγκεκριμένου προϊόντος στο καταναλωτικό κοινό.
Η χορήγηση
από το φαρμακοποιό, φαρμάκων που κατατάσσονται στην εν λόγω κατηγορία, άνευ
ιατρικής συνταγής, φυλασσόμενης, μάλιστα, υποχρεωτικά για ορισμένο χρονικό
διάστημα, συνιστά παράβαση των κανόνων
διαθέσεων των προϊόντων αρμοδιότητας του Ε.Ο.Φ, ένεκα του καθήκοντος ιδιαίτερης επιμέλειας, που οφείλουν να επιδεικνύουν
οι φαρμακοποιοί ως προς τους όρους διάθεσης των φαρμακευτικών προϊόντων στους
ασθενείς – καταναλωτές. Έτσι, κρίθηκε ότι «δεν
μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι φαρμακοποιοί μπορούν ευλόγως να θεωρήσουν ότι η
χορήγηση φαρμακευτικού προϊόντος χωρίς ιατρική συνταγή, παρά την περί του
αντιθέτου πρόβλεψη στην άδεια κυκλοφορίας του και του σκοπού δημοσίου
συμφέροντος στη θεραπεία του οποίου η πρόβλεψη αυτή αποβλέπει, ή χωρίς της
διαφύλαξη της συνταγής δεν επισύρει καμία κύρωση». Στις ιδιαίτερες
υποχρεώσεις του φαρμακοποιού περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, και η υποχρέωση να
ενημερώνεται ως προς το αν τα φαρμακευτικά προϊόντα που διαθέτει στο κοινό,
χορηγούνται, χωρίς ή με ιατρική συνταγή, πολλώ μάλλον η υποχρέωσή τους να
γνωρίζουν τις σχετικές επισημάνσεις που αναγράφονται στην εξωτερική συσκευασία
των φαρμακευτικών προϊόντων.
Σημειωτέον
ότι η ευθύνη που απορρέει από την παραβίαση των όρων διαθέσεως που θέτει ο
νομοθέτης και η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση για κάθε συγκεκριμένο φαρμακευτικό
προϊόν, είναι αντικειμενική. Αυτό
σημαίνει ότι ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί στο αν και ποιες διοικητικές κυρώσεις
θα επιβληθούν σε βάρος του παραβάτη, η άγνοια ή η πεπλανημμένη πεποίθησή του ως
προς τις νόμιμες προϋποθέσεις, τις οποίες υποχρεούται να πληροί κατά τη διάθεση
του φαρμακευτικού προϊόντος από το φαρμακείο του.
Οι ανωτέρω ιδιαίτερες νομικές
υποχρεώσεις, οι οποίες δεσμεύουν όλους τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας
κατά τη συνταγογράφηση και τη διάθεση φαρμάκων στους ασθενείς – καταναλωτές
επάγονται ότι, όταν οι όροι διαθέσεως συγκεκριμένου φαρμακευτικού προϊόντος
καθορίζονται με εν ισχύ αποφάσεις του Προέδρου του Δ.Σ. του Ε.Ο.Φ, δηλαδή με
ατομικές διοικητικές πράξεις διέπουσες το συγκεκριμένο προϊόν, οι εν λόγω
πράξεις ισχύουν έναντι όλων (τεκμήριο νομιμότητας erga omnes) και τους δεσμεύουν ως προς τον τρόπο διάθεσης του φαρμακευτικού
προϊόντος.
Περαιτέρω, οι θεσπιζόμενες δια νόμου κυρώσεις, και μάλιστα, εν όψει
του ύψους του δυνάμενου να επιβληθεί προστίμου και της διάρκειας της ποινής
κλεισίματος του φαρμακείου (3 μήνες), που μπορούν να επιβληθούν κατ’ ανώτατο
όριο, συνάδουν με την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, διότι είναι
ανάλογες του σκοπού που επιδιώκουν. Λαμβανομένου, ειδικότερα, υπόψη ότι δια της
θέσπισης των εν λόγω κυρώσεων σκοπείται η προστασία της δημόσιας υγείας, οι
κυρώσεις αυτές είναι ανάλογες του επιδιωκόμενου σκοπού, εφόσον τα συγκεκριμένα
φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για σκοπό
αποδοκιμαζόμενο από την αθλητική νομοθεσία (χρήση για την αύξηση της
απόδοσης των αθλητών), συνεκτιμώμενης πάντως υποχρεωτικά, κατά την
επιμέτρηση των επιβλητέων διοικητικών κυρώσεων, της ποσότητας των φαρμακευτικών
σκευασμάτων που διατέθηκαν από το φαρμακείο άνευ ιατρικής συνταγής.