Η
ενίσχυση της ασφάλειας των ασθενών, της
καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας
του κλάδου των ιατροτεχνολογικών
προϊόντων και η ταχεία και οικονομικά
συμφέρουσα πρόσβαση στην αγορά των
οικείων προϊόντων συνιστούν τους
βασικούς πυλώνες της προτεινόμενης
αναμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου της
αγοράς των ιατροτεχνολογικών προϊόντων
και των in
vitro
διαγνωστικών ιατροτεχνολογικών
προϊόντων.
Μέχρι
και σήμερα, ο μεν τομέας των ιατροτεχνολογικών
προϊόντων ρυθμίζεται από τις κοινοτικές
οδηγίες 90/385/ΕΟΚ (ενεργά εμφυτεύσιμα
προϊόντα) και 93/43/ΕΟΚ (ιατροτεχνολογικά
προϊόντα), και ο δε τομέας των in
vitro
διαγνωστικών ιατροτεχνολογικών προϊόντων
από την κοινοτική οδηγία 98/79/ΕΚ.
Στις
26 Σεπτεμβρίου 2012, και κατόπιν της
διενέργειας δημόσιων διαβουλεύσεων
(2008, 2010), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε
δύο προτάσεις για την αντικατάσταση
των ανωτέρω οδηγιών από αντίστοιχους
Κανονισμούς, οι οποίοι θα ρυθμίζουν τις
συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων
υγείας.
Αναφορικά
με ζητήματα που άπτονται της έννοιας
των εν λόγω δύο κατηγοριών προϊόντων,
οι υποβληθείσες προτάσεις προβλέπουν
ρητά ότι: Ιατροτεχνολογικά
προϊόντα δεν συνιστούν:
α) ανθρώπινοι ιστοί και κύτταρα και
προϊόντα που προέρχονται από ανθρώπινους
ιστούς και κύτταρα, τα οποία δεν έχουν
υποστεί ουσιώδη επεξεργασία, και
εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της
οδηγίας 2001/83/ΕΚ, και β) εμφυτεύματα που
δεν προορίζονται για ιατρική χρήση, τα
οποία προσομοιάζουν με ιατροτεχνολογικά
προϊόντα ως προς τα χαρακτηριστικά και
την επικινδυνότητά τους (π.χ. εμφυτεύματα
για αισθητικούς σκοπούς).
In
vitro
διαγνωστικά προϊόντα συνιστούν ρητά:
α) Ιατροτεχνολογικά προϊόντα υψηλού
κινδύνου που κατασκευάζονται και
χρησιμοποιούνται στα πλαίσια ενός μόνο
ιδρύματος υγείας, β) Δοκιμές που παρέχουν
πληροφορίες σχετικά με την προδιάθεση
για πρόβλημα υγείας ή ασθένεια (π.χ.
γενετικές δοκιμές), και οι δοκιμές που
παρέχουν πληροφορίες για την πρόβλεψη
της ανταπόκρισης ή των αντιδράσεων στη
θεραπεία (π.χ. συνοδοί διάγνωσης), γ) Το
ιατρικό
λογισμικό
που προορίζεται ειδικά από τον κατασκευαστή
για μία ή περισσότερες από τις ιατρικές
χρήσεις που περιλαμβάνονται στον ορισμό
του in vitro διαγνωστικού προϊόντος.
Θεσμική
ασφαλιστική δικλείδα μείζονος σημασίας,
τόσο για το υψηλό επίπεδο υγείας των
χρηστών και των ασθενών-χρηστών, όσο
για τη διαφάνεια στον οικείο κλάδο,
συνιστούν:
Α.
Η ταξινόμηση
των προϊόντων ανάλογα με τους κινδύνους
υγείας που συνεπάγονται για τον χρήστη
τους.
Καθιερώνονται οι κατηγορίες Α (χαμηλότερου
κινδύνου), Β, Γ και Δ (υψηλότερου κινδύνου).
Β.
Η
διάκριση των διαδικασιών της αξιολόγησης
της συμμόρφωσης ανάλογα με την κατηγορία
στην οποία ανήκει το προϊόν. Έτσι,
στις περισσότερες περιπτώσεις των
προϊόντων που υπάγονται στην Α κατηγορία,
η αξιολόγηση της συμμόρφωσης διενεργείται
με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή,
ενώ προκειμένου για τα προϊόντα που
κατατάσσονται στις υπό Β, Γ και Δ
κατηγορίες η συμμετοχή των επίσημων
φορέων αξιολόγησης είναι υποχρεωτική,
και διακρίνεται ανά κατηγορία προϊόντων
μόνο ως προς το στάδιο κατά το οποίο
διενεργείται η διαδικασία της αξιολόγησης
συμμόρφωσης. Ενδεικτικά, αναφέρουμε
την υπό Δ κατηγορία, για την οποία
προβλέπεται ότι προηγείται υποχρεωτικά
της διαθέσεως του προϊόντος στην αγορά
η ρητή προηγούμενη έγκριση του σχεδίου
ή του τύπου του ιατροτεχνολογικού
προϊόντος και του συστήματος διαχείρισης
της ποιότητας.
Γ.
Η
διάκριση των νομικών υποχρεώσεων του
κατασκευαστή του προϊόντος ανάλογα με
την κατηγορία κινδύνου
στην οποία ανήκει το προϊόν που παράγει.
Έτσι, οι κατασκευαστές των προϊόντων
υψηλού κινδύνου υποχρεούνται να
δημοσιεύουν περίληψη αναφορικά με την
ασφάλεια και τις επιδόσεις των προϊόντων
τους, καθώς και τα βασικά στοιχεία των
συνοδευτικών κλινικών δεδομένων.
Περαιτέρω,
εκτείνεται το εύρος των πληροφοριών
που περιλαμβάνονται στην Eudamed
(ευρωπαϊκή τράπεζα δεδομένων για τα
ιατροτεχνολογικά προϊόντα). Η εν λόγω
τράπεζα θα περιλαμβάνει τα ιατροτεχνολογικά
προϊόντα που εντάσσονται σε ένα ευρωπαϊκό
σύστημα ταυτοποίησης (UDI), τους οικείους
οικονομικούς φορείς (κατασκευαστές,
εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους,
εισαγωγείς, διανομείς), τα πιστοποιητικά
που εκδίδουν οι φορείς αξιολόγησης της
συμμόρφωσης (κοινοποιημένοι οργανισμοί),
τις μελέτες των κλινικών επιδόσεων,
στοιχεία αντλούμενα από την εφαρμογή
μηχανισμών επαγρύπνησης και εποπτείας
της σχετικής αγοράς (περιγραφή σοβαρών
περιστατικών, διορθωτικών μέτρων
περιστολής του κινδύνου επανάληψης του
περιστατικού κλπ).
Τέλος,
ο κοινοτικός νομοθέτης «δανείζεται»
ρυθμίσεις από τη νομοθεσία που διέπει
τα φάρμακα. Για παράδειγμα, εισάγει την
έννοια του «ειδικευμένου προσώπου»,
δηλαδή του προσώπου, το οποίο, στα πλαίσια
της οργανωτικής δομής του κατασκευαστή
είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή του
οικείου κανονιστικού πλαισίου, καθώς
και την έννοια του «αναδόχου», προκειμένου
για τη διεξαγωγή παρεμβατικών μελετών
κλινικών επιδόσεων και ρυθμίζει με
ειδικές διατάξεις τη διεξαγωγή του
παράλληλου εμπορίου (ρύθμιση ζητημάτων
επανασυσκευασίας, εκ νέου επισήμανσης
κλπ.).
Η
ταχεία εξέλιξη της επιστήμης και της
τεχνολογίας σε συνδυασμό την αυξημένη
ζήτηση των υπηρεσιών ιατρικής και
αισθητικής αποκατάστασης και επέμβασης
προοιωνίζει τις σημαντικές εμπορικές
προοπτικές της αγοράς των ιατροτεχνολογικών
προϊόντων. Η άμεση εφαρμογή των πρόσφατων
θεσμικών προτάσεων της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, με επιμέλεια και συνέπεια
από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς,
παρέχει τα απαιτούμενα εχέγγυα για την
ισόρροπη και υγιή λειτουργία της αγοράς
των ιατροτεχνολογικών προϊόντων προς
όφελος των χρηστών και των ασθενών, η
οποία «επιβραβεύει» τις επιχειρήσεις
που δεν φείδονται σημαντικών χρηματικών
επενδύσεων για την κατασκευή και τη
διάθεση προϊόντων με υψηλές προδιαγραφές
ασφάλειας και ποιότητας.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Pharma & Health Business», στο 09ο τεύχος Οκτωβρίου του 2012