Δευτέρα 11 Απριλίου 2011

Παρένθετη Μητρότητα – Δικαστική Άδεια σε Άγαμο Πατέρα Εγγραφή στη Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης των Τέκνων ως Πατέρα του Αντρα που Έλαβε την Άδεια και μη Αναγραφή Στοιχείων Προσώπου ως Μητέρας Αυτών. Εύα Κων. Κίτσιου


(Γνωμοδότηση ΝΣΚ 261/2010)

          Ο θεσμός της παρένθετης μητρότητας αποτελεί μία μορφή υποβοήθησης της ανθρώπινης αναπαραγωγής. Ο εν λόγω θεσμός εισήχθη για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη με τις διατάξεις του Ν. 3089/2002 και ρυθμίζεται ειδικότερα με τις διατάξεις των άρθρων 1458 και 1464 του Αστικού Κώδικα. Κατωτέρω παρατίθενται ορισμένες χρήσιμες πληροφορίες για την παρένθετη μητρότητα.
         
Τι αποτελεί κατά νόμον παρένθετη μητρότητα;
Η μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια (δηλαδή ωαρίων που έχουν ληφθεί από άλλη γυναίκα), και η κυοφορία αυτών.

Η παρένθετη μητρότητα εφαρμόζεται ελεύθερα;
Όχι. Κυοφορία από παρένθετη μητέρα είναι δυνατή μόνο μετά από την έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης.

Ποιες προϋποθέσεις προβλέπει ο νόμος για τη χορήγηση δικαστικής άδειας κυήσεως παρένθετης μητέρας;

  1.      Αδυναμία της γυναίκας για κυοφορία. Μήπως, όμως, χωρεί και αδυναμία τεκνοποιήσεως άγαμου άνδρα;
  2.      Η υποβοηθούμενη, δηλαδή η αιτούμενη την παρένθετη μητρότητα, πρέπει να είναι κάτω των 50 ετών.
  3.      Σωματική και ψυχική καταλληλότητα της παρένθετης μητέρας για κυοφορία.
  4.      Υποβοηθούμενη γυναίκα και παρένθετη μητέρα πρέπει να έχουν αμφότερες την κατοικία τους στην Ελλάδα.
  5.      Υποβολή από άγαμη ή έγγαμη γυναίκα σχετικής αιτήσεως ενώπιον του δικαστηρίου, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
  6.      Έγγραφη συμφωνία μεταξύ της παρένθετης μητέρας και της άγαμης μητέρας που αδυνατεί να κυοφορήσει ή της παρένθετης μητέρας και των συζύγων, εφόσον πρόκειται για ζευγάρι.
  7.      Έλλειψη χρηματικού ανταλλάγματος.

Η παρένθετη μητέρα μπορεί να δηλωθεί ως μητέρα του τέκνου;
Όχι. Ο Αστικός Κώδικας προβλέπει τεκμήριο μητρότητας υπέρ της μητέρας που έχει λάβει τη δικαστική άδεια για την κυοφορία των γονιμοποιημένων ωαρίων της από άλλη γυναίκα (δηλαδή από την παρένθετη μητέρα).

Μπορεί να ανατραπεί το τεκμήριο μητρότητας;
Μόνο δικαστικά, με την άσκηση αγωγής προσβολής της μητρότητας εντός προθεσμίας 6 μηνών από την ημερομηνία του τοκετού. Το τεκμήριο μητρότητας προσβάλλεται είτε από την τεκμαιρόμενη μητέρα (δηλαδή τη μητέρα που έχει δώσει τα ωάρια της), είτε από την κυοφόρο μητέρα: α) αυτοπροσώπως, β) από ειδικό πληρεξούσιο της, και γ) από νόμιμο αντιπρόσωπο της, ο οποίος έχει οριστεί μετά από σχετική άδεια του δικαστηρίου. Το τεκμήριο μητρότητας ανατρέπεται μόνο εφόσον αποδειχθεί ότι το τέκνο κατάγεται βιολογικά από την κυοφόρο μητέρα. Η ανατροπή του τεκμηρίου μητρότητας δρα αναδρομικά, δηλαδή το τέκνο λογίζεται ως έχον μητέρα την κυοφόρο (τέως παρένθετη) από την ημέρα της γέννησής του.

Τι προσκομίζεται στο ληξιαρχείο, προκειμένου για την εγγραφή τέκνου που έχει γεννηθεί από παρένθετη μητέρα;
Η δικαστική άδεια που χορηγήθηκε στην υποβοηθούμενη μητέρα, προκειμένου ο ληξίαρχος να εγγράψει ως μητέρα την τελευταία.

          Η παρένθετη μητρότητα, ως μορφή υποβοήθησης της ανθρώπινης αναπαραγωγής βρίσκει νόμιμο έρεισμα:
Α) Στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 5 του Συντάγματος, υπό την έννοια ότι καθένας έχει δικαίωμα, με βάση την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του να αποκτήσει απογόνους, σύμφωνα με τις επιθυμίες του, εφόσον η εφαρμοζόμενη μέθοδος αναπαραγωγής δεν αντίκειται στα χρηστά ήθη.
Β) Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του Οβιέδο του 1997 «για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοϊατρική».

          Η επικρατούσα νομικοθεωρητική άποψη δέχεται την εφαρμογή της παρένθετης μητρότητας μόνο στην περίπτωση των ετερόφυλων ζευγαριών ή των μόνων γυναικών, και δεν δέχεται την εφαρμογή της στην περίπτωση των ομόφυλων ζευγαριών ή των άγαμων ανδρών.
          Υποστηρίζεται, εντούτοις, και η άποψη ότι δικαίωμα δανεισμού μήτρας έχουν τόσο οι άγαμες γυναίκες, όσο και οι άγαμοι άνδρες.
Με την υπ’ αριθμ. 2827/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών χορηγήθηκε δικαστική άδεια σε άγαμο άνδρα που έχει αδυναμία τεκνοποίησης να χρησιμοποιήσει παρένθετη μητέρα.

          Με σχετική γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους έγινε δεκτό ότι ακόμη κι αν είναι νόμιμη η εφαρμογή του θεσμού της παρένθετης μητρότητας από άγαμο πατέρα, στη ληξιαρχική πράξη γέννησης των τέκνων αναγράφεται ως μητέρα αυτών η παρένθετη μητέρα, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για έκθετα τέκνα και η μητρότητα – δεδομένου ότι δεν λειτουργεί εν προκειμένω το τεκμήριο μητρότητας υπέρ της υποβοηθούμενης – θεμελιώνεται στο βιολογικό γεγονός της γέννησης κι έτσι μητέρα τους είναι η κυοφορήσασα και τεκούσα τα τέκνα, στο σώμα της οποίας ο άγαμος πατέρας έλαβε τη δικαστική άδεια να μεταφέρει γονιμοποιημένα ωάρια προς απόκτηση τέκνου.        

Σύντομο σχόλιο:
Η απόλυτη και απαρέγκλιτη αρχή της «βέβαιης μητέρας» φέρεται να κλονίζεται υπό το φως των σύγχρονων ιατρικών εξελίξεων και των θεσμικών ανατροπών. Από τη στιγμή που ο νόμος παρέχει αδιακρίτως σε κάθε γυναίκα, άγαμη ή έγγαμη, την ελευθερία της τεκνοποίησης, ακόμη και με τη μέθοδο του δανεισμού μίας άλλης μήτρας, εξομοιώνει αξιακά τη μονογονεϊκή οικογένεια με την οικογένεια στην παραδοσιακή μορφή της. Η κοινωνία μας αρνούμενη την εφαρμογή της παρένθετης μητρότητας στον άγαμο πατέρα παρέχει, εντούτοις, ένα αμφισβητούμενης συνταγματικότητας αξιακό προβάδισμα στην μονογονεϊκή οικογένεια που δημιουργείται από την άγαμη μητέρα. Μήπως, άραγε, θα έπρεπε να εξετάσουμε ποια είναι τα αίτια που οδηγούν αμφότερα τα φύλα στη λύση του «δανεισμού μήτρας»; Μήπως, άραγε, η ταυτότητα των βιολογικών και ψυχικών ελατηρίων μεταξύ των δύο φύλων δεν αφήνει περιθώρια για διακριτή μεταχείριση από το νόμο των άγαμων ανδρών και των άγαμων γυναικών, όσον αφορά την υποβοήθησή τους για την απόκτηση απογόνων με τη μέθοδο παρένθετης μητέρας; Μήπως, τελικά, θα έπρεπε πλέον να διαδεχθεί την αρχή της «βέβαιης μητέρας» η αρχή του «βέβαιου γονέα», εφόσον και τα δύο φύλα «τεκνοποιούν» με την υποβοήθηση ενός τρίτου προσώπου;

Αρνητική και Θετική Λίστα Φαρμάκων - Ένα Ακόμη «Παυσίπονο» που Χορήγησε το Κράτος για τον Εξορθολογισμό της Φαρμακευτικής Δαπάνης. Εύα Κων. Κίτσιου

         Στην Ευρώπη του 21ου αιώνα γίνεται ολοένα και περισσότερο λόγος για την αναγκαιότητα της υγιούς γήρανσης ενόψει της παράτασης του προσδόκιμου ζωής. Σύμφωνα με τη διερευνητική γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής και Οικονομικής Επιτροπής, η μέση αναλογία μεταξύ του ενεργού πληθυσμού (15-64 ετών) και προσώπων ηλικίας 65 ετών και άνω από 4:1 σήμερα, θα ανέλθει το 2050 σε 2:1. Η αύξηση των δαπανών υγείας και των φαρμακευτικών δαπανών ειδικότερα, δεν πραγματοποιείται εντούτοις από αυτή καθαυτή τη γήρανση του πληθυσμού, αλλά από τη γήρανση χωρίς καλή υγεία.

          Η σχέση μεταξύ της αύξησης της ηλικίας και της εμφάνισης των χρόνιων παθήσεων είναι αναλογική, υπό την έννοια ότι όσο αυξάνεται η ηλικία του ανθρώπου τόσο συχνότερα εμφανίζονται χρόνιες παθήσεις, όπως οι καρδιακές, οι ρευματισμοί, ο διαβήτης, εκφυλιστικές νόσοι του νευρικού συστήματος, όπως η άνοια και η νόσος του Alzheimer, νόσοι του κινητικού συστήματος και των ματιών, και διάφορες μορφές καρκίνου. Η αντιμετώπιση της διόγκωσης της φαρμακευτικής δαπάνης που θα επιφέρει η εν εξελίξει δημογραφική αλλαγή επιβάλλει την διασφάλιση υπέρ όλων των πληθυσμιακών ομάδων (παιδικό πληθυσμό, ενήλικες, ηλικιωμένους), ανεξαρτήτως φύλου και οικονομικής κατάστασης, ίσης πρόσβασης σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας τόσο σε επίπεδο πρόληψης, όσο και σε επίπεδο αποκατάστασης και παρηγορητικής αγωγής.
          Πέραν των δημογραφικών εξελίξεων, η διόγκωση της φαρμακευτικής δαπάνης συνδέεται εξίσου με τις συνθήκες της καθημερινής διαβίωσης, οι οποίες αφ’ ενός επιταχύνουν το χρόνο εμφάνισης των παθήσεων που συνδέονται με το γήρας, και αφ’ ετέρου προκαλούν την εμφάνιση νέων ασθενειών.
          Στα πλαίσια, συνεπώς, της κοινοτικής έννομης τάξης, η οποία προτάσσει το υψηλό επίπεδο υγείας έναντι των υπολοίπων εννόμων αγαθών δεν μπορούμε να μιλάμε για την ύπαρξη δημόσιας φαρμακευτικής περίθαλψης, όταν το κράτος και οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν καλύπτουν τη δαπάνη φαρμάκων και εν γένει διαγνωστικών εξετάσεων που συνιστούν τις κύριες ασφαλιστικές δικλείδες της υγιούς γήρανσης.
          Δυστυχώς, για ακόμη μία φορά η καθιέρωση της θετικής και της αρνητικής λίστας φαρμάκων κρίθηκε από τους αρμόδιους φορείς ως το πλέον αποτελεσματικό μέσο για την περιστολή της φαρμακευτικής δαπάνης. Με τις διατάξεις του Ν.3816/2010 επαναφέρθηκε το σύστημα της «λίστας» στον τομέα της κάλυψης της φαρμακευτικής δαπάνης των ασφαλισμένων από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης. Στα πλαίσια του εν λόγω συστήματος, ο ασφαλισμένος καλύπτεται καταρχήν προκειμένου για φάρμακα που περιλαμβάνονται τον Κατάλογο Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων, ο οποίος εγκρίνεται με σχετική κοινή υπουργική απόφαση. Στον ανωτέρω κατάλογο εντάσσονται μόνο τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα που πληρούν τα προβλεπόμενα από την οικεία υπουργική απόφαση κριτήρια (ήδη με την Κ.Υ.Α. ΔΥΓ 3α/οικ 2466/2011, ΦΕΚ Β 58), τα οποία άπτονται της τιμής, της σχέσης κόστους-οφέλους και της θεραπευτικής ένδειξης του φαρμάκου. Η αρνητική λίστα φαρμάκων αποτελεί τον κατάλογο των φαρμάκων που δεν καλύπτονται από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και ανακοινώνεται από την Ειδική Επιτροπή του Ν. 3816/2010. Πολυάριθμα είναι τα προβλήματα που θα ανακύψουν στην πράξη για τους ασθενείς, δεδομένου ότι πολλοί εξ αυτών λαμβάνουν επί χρόνια τα εν λόγω φάρμακα για την αντιμετώπιση σοβαρών παθήσεων (π.χ. άτομα με θαλασσαιμία ή συγγενείς καρδιοπάθειες έχουν ανάγκη από τη λήψη του viagra λόγω πνευμονικής υπέρτασης). Επίσης, δεν καλύπτονται φάρμακα που συνδέονται με παθήσεις που συνδέονται με ψυχοσωματικά αίτια (π.χ. παχυσαρκία, στυτική δυσλειτουργία) ή που προορίζονται για την προαγωγή της υγείας (π.χ. φάρμακο για την διακοπή του καπνίσματος), καθώς και φάρμακα χαμηλού μεν κόστους, συχνής δε χρήσης ( π.χ. ασπιρίνη, αντισταμινικά, αποχρεμπτικά, ρινικά αποσυμφορητικά, τοπικά αναισθητικά κλπ.). Στην περίπτωση των οικονομικά αδυνατών η άρνηση κάλυψης της δαπάνης των εν λόγω φαρμάκων θα οδηγήσει αναπόφευκτα, λόγω της αδυναμίας πρόσβασης τους σε αυτά, σε αδυναμία περιορισμού του σωματικού άλγους τους, και στην εξάρτηση του καθημερινής ποιότητας υγείας από οικονομικές παραμέτρους, όπερ σημαίνει ανισότητα των πολιτών της ίδιας χώρας ως προς το επίπεδο υγείας που απολαμβάνουν.
Άραγε η εξοικονόμηση της δαπάνης του VOMEX, του SALOSPIR και του BUSCOPAN θα συμβάλλει στην περιστολή της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης της Ελλάδας;

Πως είναι δυνατόν να μην κάνουμε λόγο για κοντόφθαλμη πολιτική υγείας και για προχειρότητα στην αντιμετώπιση του ακανθώδους ζητήματος της ολοένα αυξανόμενης φαρμακευτικής δαπάνης, όταν και εδώ και πολλά χρόνια μπορούσαν να έχουν μελετηθεί και να έχουν εφαρμοστεί άλλα θεσμικά μέτρα. Για παράδειγμα:

Γιατί ποτέ δεν συστήθηκε ένας δημόσιος οργανισμός που να είναι επιφορτισμένος με την αξιολόγηση της βιοϊσοδυναμίας πρωτότυπων και γενόσημων φαρμάκων, με την συγκριτική αξιολόγηση της θεραπευτικής αποτελεσματικότητας των φαρμάκων που προορίζονται για την αντιμετώπιση της ίδιας πάθησης, με το αν τα φάρμακα που εισέρχονται στην αγορά συνιστούν πράγματι καινοτομία και δικαιολογούν το υψηλό κόστος τους.
Γιατί τα βασικά κριτήρια που καθιερώνουμε για την ένταξη ενός φαρμάκου στη λίστα είναι κυρίως οικονομικά, ωσάν τα φάρμακα να είναι εναλλάξιμα μεταξύ τους όπως ένα κοινό εμπορικό προϊόν;

Μήπως τελικά οι ασφαλισμένοι θα έπρεπε να σταματήσουν να καταβάλλουν στους κοινωνικοασφαλιστικούς φορείς που υπάγονται εισφορές ασφάλισης υγείας, εφόσον η παρεχόμενη σε αυτούς φαρμακευτική και εν γένει υγειονομική περίθαλψη καλύπτει μόνο τις στοιχειώδεις ανάγκες υγείας και είναι απόλυτα αναντίστοιχη με τη σύγχρονη έννοια της υγείας;